Η δικηγόρος του πατέρα στον οποίο το δικαστήριο έδωσε επικοινωνία και διανυκτέρευση με το παιδί του που τον έχει καταγγείλει για σεξουαλική κακοποίηση, κάνει λόγο για «βιομηχανία κατασκευής “κακοποιητών”», προάγοντας τον μύθο του κινήματος «ανδρικών δικαιωμάτων» ότι οι μητέρες βάζουν τα παιδιά τους να κατηγορούν ψευδώς τους πρώην συζύγους τους για να τους «αποξενώσουν» από αυτά.
Της Μαρινίκης Αλεβιζοπούλου
Προ ημερών, δημοσιεύσαμε ένα άρθρο μου για μια δικαστική απόφαση που έδωσε επικοινωνία και διανυκτέρευση σε πατέρα, τον οποίο η κόρη έχει καταγγείλει για σεξουαλική κακοποίηση. Με πολύ συνοπτικό τρόπο, έγραψα πως μολονότι το κορίτσι μίλησε για την κακοποίησή του στην παιδίατρό του, στη δασκάλα του, στη νονά του, στη μητέρα του και στην κολλητή του, και παρά το γεγονός ότι η ποινική διαδικασία είναι ανοιχτή, το δικαστήριο το έστειλε να κοιμηθεί με αυτόν που κατηγορεί ότι την βίαζε.
Την επόμενη μέρα, η δικηγόρος κ. Φιλοθέη Βαρσάμη (η οποία μαζί με την κ. Σταυρούλα Παπαδέα εκπροσωπεί τον καταγγελλόμενο για σεξουαλική κακοποίηση πατέρα στο αστικό σκέλος της υπόθεσής του και συνεργάζεται με τον κ. Αλέξη Στεφανάκη ο οποίος χειρίζεται το ποινικό σκέλος) δημοσίευσε μια ανάρτηση στο facebook. Στην ανάρτησή της, ισχυρίζεται ότι αποκαθιστά την αλήθεια γύρω από την δικαστική απόφαση, αναγκαζόμενη να το πράξει από την «παραπληροφόρηση» την οποία διασπείρει η δικηγόρος της μητέρας του κοριτσιού, κ. Αντωνία Λεγάκη, με δημόσιες τοποθετήσεις της.
Αν και η κ. Βαρσάμη αναφέρεται σχεδόν αποκλειστικά σε όσα έχει υποστηρίξει η κ. Λεγάκη, σε σχόλιό της στην ανάρτησή της φωτογραφίζει και εμένα, λέγοντας μάλιστα ότι στενοχωρήθηκε για όσα έγραψα και διερωτώμενη πώς είναι δυνατόν να τα γράφω από τη στιγμή που ήμουν στο δικαστήριο και είδα όσα έγιναν. Το γεγονός ότι αναφέρεται σε μένα, βέβαια, δεν θα ήταν από μόνο του επαρκής λόγος για να σχολιάσω τα γραφόμενά της, καθώς αυτό που με ενδιαφέρει σε αυτή την υπόθεση — όπως και σε πληθώρα άλλων, πολύ παρόμοιων, που παρακολουθώ — είναι η συνεχιζόμενη έρευνα της δημοσιογραφικής ομάδας μας για τους τρόπους με τους οποίους οι αρχές αποτυγχάνουν να προστατέψουν τα παιδιά που μιλούν για τη σεξουαλική κακοποίησή τους. Μια δικηγόρος η οποία προσπαθεί να παρουσιάσει στα κοινωνικά δίκτυα την υπόθεση του πελάτη της με θετικό τρόπο, τονίζοντας εκείνα τα σημεία που θεωρεί πως τον συμφέρουν, δεν είναι δα και τίποτε αναπάντεχο, ενώ η μικρή υποκρισία του να το κάνει κατηγορώντας την ίδια στιγμή την αντίπαλό της ότι «τηλεδικεί» εύκολα συγχωρείται.
Αυτό που δεν συγχωρείται τόσο εύκολα είναι το εξής: αυτά που γράφει η κ. Βαρσάμη, δεν είναι απλώς η υπερασπιστική γραμμή ενός συγκεκριμένου καταγγελλόμενου για σεξουαλική κακοποίηση του παιδιού του· είναι ένα ολόκληρο μοτίβο που αποτελεί το κυριότερο όπλο του αντιδραστικού κινήματος «ανδρικών δικαιωμάτων», γνωστού και ως λόμπι υπέρ της υποχρεωτικής συνεπιμέλειας, και προάγει τον μύθο ότι οι μητέρες κατασκευάζουν κατηγορίες κακοποίησης για να αποξενώσουν τα παιδιά από τους πατεράδες τους. Αυτή είναι η ουσία της ανάρτησης, όσο κι αν είναι γραμμένη με ομολογουμένως μειλίχιο ύφος και καρυκευμένη με διάφορα disclaimers που ναρκώνουν τα αντανακλαστικά των αναγνωστριών και των αναγνωστών.
Αν προσπεράσουμε, για την ώρα, τα καρυκεύματα, τι λέει η ανάρτηση, αλλά και τα πρόσθετα σχόλια, της κ. Βαρσάμη;
Πρώτον, ότι οι καταγγελίες του παιδιού δεν έχουν σημασία. Τις αποκαλεί «φερόμενες», υποβαθμίζει ότι το κορίτσι μίλησε στην παιδίατρό του, στη δασκάλα του, στη νονά του και στην κολλητή του και υποστηρίζει ότι η κατηγορία βασίζεται «κυριαρχικά» στη γνωμάτευση της ψυχολόγου, η οποία είδε το παιδί.
Δεύτερον, ότι επειδή υπάρχουν αναφορές εναντίον της ψυχολόγου από άλλους πατεράδες, οι οποίοι κατηγορούνται από τα παιδιά τους ότι τα έχουν κακοποιήσει, οι γνωματεύσεις της τόσο γι’ αυτούς όσο και για τον δικό της πελάτη «αποδεικνύεται» ότι είναι ψευδείς.
Τρίτον, ότι είναι απίθανο μία ψυχολόγος να έχει εντοπίσει δεκαέξι ή τριάντα πατεράδες που κακοποιούσαν τα παιδιά τους μέσα σε τέσσερα χρόνια, και ότι ο υπερβολικός αυτός αριθμός, μαζί με τις αναφορές, δείχνει μια «βιομηχανία κατασκευής “κακοποιητών”».
Τέταρτον, ότι οι «αιχμές» που αφήνονται για την οικονομική ευρωστία του πελάτη της (ο οποίος είναι απλώς ένας «υψηλά αμειβόμενος ιδιωτικός υπάλληλος») δεν έχουν σχέση με το αποτέλεσμα της δίκης.
Πέμπτον, ότι δεν υπάρχει περίπτωση μια πρόεδρος δικαστηρίου να έχει στοιχεία ότι ένας πατέρας βίαζε το παιδί του και να του δώσει διανυκτέρευση.
Ας εξετάσουμε λοιπόν αυτούς τους ισχυρισμούς.
Πρώτον, σύμφωνα με τη συντριπτική πλειονότητα των έγκυρων ειδικών — και το γνωρίζουμε καλά διότι ερευνούμε το θέμα την τελευταία πενταετία — στις υποθέσεις παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης, οι καταγγελίες του παιδιού αποτελούν το πρώτο και κύριο πειστήριο. Είναι εξαιρετικά σπάνιο να γίνονται ψευδείς καταγγελίες και ακόμη πιο σπάνιο να γίνονται εναντίον προσώπου που το παιδί αγαπάει και εμπιστεύεται, όπως είναι ένας γονέας. Επίσης, είναι τρομερά δύσκολο να υποστηρίξει ένα μικρής ηλικίας παιδί ότι του συνέβησαν πράγματα που δεν ανήκουν, λόγω ηλικίας, στην πραγματικότητά του, όπως είναι οι παραβιαστικές σεξουαλικές πράξεις, αν αυτές δεν του έχουν πράγματι συμβεί.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι καταγγελίες του παιδιού είναι λεπτομερέστατες. Το να τις αποκαλεί η κ. Βαρσάμη «φερόμενες», πέρα από νομικίστικη φιοριτούρα, δεν δείχνει παρά την προσπάθεια υποβάθμισης του γεγονότος ότι εδώ υπάρχει ένα παιδί που μιλάει. Λογικό ως υπερασπιστική γραμμή. Εδώ που τα λέμε, δεν υπάρχει κι άλλη, ο μόνος τρόπος να μην είναι κακοποιητής ο πατέρας είναι να λέει ψέματα το παιδί. Αφού, όμως, η κ. Βαρσάμη αποφάσισε να παίξει αυτό το παιχνίδι και εκτός δικαστικής αίθουσας, ας μην νομίζει τουλάχιστον ότι είμαστε όλες και όλοι το ίδιο ανίδεες/οι για ό,τι λέει η διεθνής επιστημονική κοινότητα για τις καταγγελίες των παιδιών με αυτές και αυτούς που την χειροκροτούν κάτω από την ανάρτησή της.
Δεύτερον, δεν έχω κανέναν λόγο να μπω στην ουσία του αν η συγκεκριμένη ιατροδικαστική ψυχολόγος είναι καλή ή κακή στη δουλειά της. Η κ. Βαρσάμη από την πλευρά της μπορεί να λέει ότι δεν έχουν γίνει αυτά που γράφει η γνωμάτευση, η δουλειά της είναι, όπως είπαμε, αν και το να κάνει λόγο για «ολίγον βιασμό», όπως έκανε στο δικαστήριο, θέτει μάλλον ένα ζήτημα ορίων. Σε κάθε περίπτωση, έχω ορισμένες παρατηρήσεις για όποια και όποιον ενδιαφέρεται να σκεφτεί τι προσπαθεί εδώ να πετύχει η κ. Βαρσάμη.
Οι αναφορές των 16 πατεράδων στον Άρειο Πάγο εναντίον της συγκεκριμένης παιδοψυχολόγου βρίσκονται στο στάδιο της προκαταρκτικής εξέτασης. Συνεπώς, όλες και όλοι μας, συμπεριλαμβανομένης της κ. Βαρσάμη, θα πρέπει να περιμένουμε. Στο μεταξύ, το γεγονός από μόνο του ότι έχουν κάνει αναφορές δεν σημαίνει επουδενί ότι οι γνωματεύσεις της ψυχολόγου είναι «αποδεδειγμένης αναξιοπιστίας», όπως διατείνεται ωσάν να είναι πασιφανές η κ. Βαρσάμη.
Ούτε βεβαίως σημαίνει ότι αυτοί οι καταγγελλόμενοι ως κακοποιητές «τράκαραν στα καλά καθούμενα [sic] με μια τέτοια γνωμάτευση», όπως γράφει. Είναι γραμμένο με περικοκλάδες, οπότε δεν ξέρω αν το συνειδητοποιεί κανείς διαβάζοντάς το γρήγορα, αλλά εδώ η κ. Βαρσάμη λέει ότι οι καταγγελλόμενοι είναι αθώοι. Τι άλλο θέλει να πει, δηλαδή, το «τρακάρω στα καλά καθούμενα»;
Τρίτον, σύμφωνα με έρευνες του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού, το 3% των παιδιών έχουν τουλάχιστον μία εμπειρία βιασμού ή απόπειρας βιασμού. Σύμφωνα με το Συμβούλιο της Ευρώπης, η σεξουαλική κακοποίηση οποιασδήποτε μορφής αφορά ακόμη περισσότερα παιδιά. Όχι ένα στα 30 αλλά ένα στα πέντε. Ταυτόχρονα, όλοι οι ειδικοί συμφωνούν ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των παιδιών κακοποιούνται όχι από κάποιον άγνωστο αλλά από κάποιον οικείο τους.
Έτσι για να έχουμε μια τάξη μεγέθους στο μυαλό μας, η απογραφή του 2011 καταμέτρησε τα άτομα κάτω των 14 ετών στην Ελλάδα στα 1.667.000 περίπου. Αν εφαρμόσουμε το 1 στα 5 του Συμβουλίου της Ευρώπης, αυτό σημαίνει ότι 333.400 παιδιά υφίστανται κάποιου είδους σεξουαλική κακοποίηση. Αν εφαρμόσουμε το 1 στα 30 που αφορά τον βιασμό ή την απόπειρα βιασμού, έχουμε 55.566 παιδιά.
Πόσο απίθανο φαίνεται τώρα, λοιπόν, από τριακόσιες τριάντα χιλιάδες πιθανές περιπτώσεις, ή έστω από πενήντα πέντε χιλιάδες πεντακόσιες, μία ιατροδικαστική ψυχολόγος με ειδίκευση στην παιδική σεξουαλική κακοποίηση να χειρίζεται 16 υποθέσεις που αφορούν πατεράδες;
Η χρήση της ορολογίας «βιομηχανία κατασκευής κακοποιητών», πάντως, μοιάζει βγαλμένη από τη διαφημιστική εκστρατεία των συγκεκριμένων καταγγελλόμενων πατεράδων. Και γράφω «διαφημιστική εκστρατεία» επειδή μήνες τώρα οι συγκεκριμένοι έχουν κατακλύσει κανάλια και ιστοσελίδες (Star, Mega, Πρώτο Θέμα και πάει λέγοντας) υποστηρίζοντας την υπόθεσή τους κάτω από τίτλους όπως «Φάμπρικα ψευδών καταγγελιών». Φυσικά, κανένας δημοσιογράφος που τους μιλάει δεν έχει ιδέα για το θέμα της προστασίας των παιδιών για να κάνει έστω μια ερώτηση της προκοπής. Απλώς, αφήνονται ανεξέλεγκτοι να διατυμπανίζουν ότι υπάρχει σκευωρία εναντίον τους από τις πρώην συζύγους τους και την ψυχολόγο.
Δεν μπορώ να ξέρω από πού αντλεί την πληροφόρησή της η κ. Βαρσάμη ότι «συνάδελφοι» της ψυχολόγου «επικρίνουν σφόδρα» τη μεθοδολογία της ή ότι οι καταγγελλόμενοι που προσφεύγουν εναντίον της ψυχολόγου έχουν «ανέλθει στους 30». Η πιο παλιά πηγή που βρίσκω, πάντως, είναι η κ. Χριστίνα Αντωνοπούλου, ψυχολόγος και αυτή, η οποία μοιράστηκε τις ανησυχίες της σε εκπομπές, όπως λόγου χάρη την «Αλήθειες με τη Ζήνα», οι η οποίες έδωσαν απεριόριστο βήμα στους καταγγελλόμενους πατεράδες. Η κ. Αντωνοπούλου είναι και η πηγή, σε άλλη εκπομπή, της ιστορίας με το δέντρο που γίνεται φαλλός, την οποία ισχυρίζεται ότι περιέλαβε η ψυχολόγος σε γνωμάτευσή της και την οποία αναφέρει η κ. Βαρσάμη σε σχόλιό της.
Για την ιστορία, ωστόσο, αυτό που η κ. Βαρσάμη δεν λέει είναι ότι οι υποθέσεις των 16 αυτών ανδρών βρίσκονται σε διάφορες φάσεις της ποινικής διαδικασίας, κάποιες στην κύρια ανάκριση, με κάποιους από αυτούς να είναι ήδη κατηγορούμενοι. Όσον αφορά τις μηνύσεις τους κατά της ψυχολόγου, πρόκειται για προφανές βήμα που θα έκανε καθένας που κατηγορείται. Και η ψυχολόγος, προφανώς, έχει αντιμηνύσει για ψευδή καταμήνυση και μηνύσει για συκοφαντική δυσφήμιση. Όλα τούτα, όμως, σε αυτή τη φάση, όπως γνωρίζει, αν και δεν λέει, η κ. Βαρσάμη, είναι απλώς πόλεμος εντυπώσεων από πλευράς της, διότι δεν πρόκειται να εξεταστούν αν δεν προχωρήσουν πρώτα οι κύριες υποθέσεις. Στις κύριες υποθέσεις οι 16 ή οι 30 ή οι όσοι πατεράδες που κατηγορούν την παιδοψυχολόγο, είναι οι ίδιοι καταγγελόμενοι για την σεξουαλική κακοποίηση των παιδιών τους. Και σε αυτές τις υποθέσεις, όπως και στην υπόθεση του πελάτη της κ. Βαρσάμη, υπάρχουν και άλλα στοιχεία πλην της τεχνικής έκθεσης της παιδοψυχολόγου. Αλλά σταματώ εδώ ως προς αυτό, για την ώρα, καθώς θα επανέλθουμε άμεσα με εκτενή ρεπορτάζ.
Τέταρτον, η κ. Βαρσάμη γνωρίζει ότι πέραν των άλλων περιορισμών που ισχύουν για τη δημοσιοποίηση της ταυτότητας καταγγελλόμενων προσώπων, στις περιπτώσεις παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης συντρέχει και ο ακόμη σημαντικότερος περιορισμός της προστασίας της ταυτότητας του παιδιού. Συνεπώς, παίζει μπάλα μόνη της, καθώς ξέρει ότι δεν μπορεί να γίνει γνωστή η ταυτότητα του πελάτη της και συνεπώς η θέση του στο επιχειρηματικό στερέωμα και η συνακόλουθη δικτύωσή του στον επιχειρηματικό και πολιτικό κόσμο.
Ας μου επιτρέψει, όμως, να ξέρω τι διαφορά κάνει η οικονομική ισχύς και οι διασυνδέσεις ενός διαδίκου σε μια δικαστική διαμάχη, όσο κι αν η ίδια είναι υποχρεωμένη αφενός να υποστηρίξει τον πελάτη της, αφετέρου να διατρανώνει ανά πάσα στιγμή την εμπιστοσύνη της στο δικαστικό σύστημα.
Πέμπτον, οι αστυνομικές και δικαστικές αρχές της χώρας συστηματικά αποτυγχάνουν να προστατέψουν τα παιδιά θύματα. Έχουμε συντάξει ολόκληρο φάκελο και έχουμε γυρίσει ολόκληρο ντοκιμαντέρ για το θέμα, για όποιον θέλει να πληροφορηθεί γι’ αυτό το αίσχος, συνεπώς εδώ περιορίζομαι να πω ότι η κ. Βαρσάμη οφείλει να γνωρίζει ότι οι αστυνομικές, ανακριτικές και εισαγγελικές αρχές συστηματικά παραβιάζουν τα διεθνώς αναγνωρισμένα πρωτόκολλα χειρισμού τέτοιων υποθέσεων και επιπλέον καθυστερούν ασυγχώρητα να τις διερευνήσουν, με αποτέλεσμα συχνότατα να δίνεται επικοινωνία σε καταγγελλόμενους πατεράδες όταν δεν έχει ασκηθεί ακόμη δίωξη. Εδώ έχουμε ακόμη και υποθέσεις όπου οι πραγματογνωμοσύνες έχουν διεξαχθεί με το δικαστήριο να έχει ήδη παραδώσει το παιδί στην επιμέλεια του πατέρα, τον οποίο έχει καταγγείλει για την σεξουαλική του κακοποίηση. Κι ύστερα περιμένουμε να μιλήσει το παιδί αυτό στην πραγματογνωμοσύνη… Ξέρουμε λοιπόν πολύ καλά τι συμβαίνει στα δικαστήρια και, ναι, μια χαρά δίνουν επικοινωνία σε πατεράδες που τα παιδιά τους καταγγέλλουν κακοποίηση, καταπατώντας κάθε ορθή πρακτική και κάθε παιδικό δικαίωμα.
Στη συγκεκριμένη υπόθεση, η πρόεδρος αρνήθηκε να δει το παιδί, αρνήθηκε να δει τα βίντεο από τις συνεδρίες με την παιδοψυχολόγο και αρνήθηκε να εξετάσει μάρτυρες. Της φάνηκαν, το είπε άλλωστε στη δίκη αναφερόμενη στα βίντεο, περιττά για μια διαδικασία προσωρινής διαταγής. Το ότι αυτή η προσωρινή διαταγή αφορούσε την επικοινωνία φερόμενου ως θύτη με το πιθανό θύμα του δεν ήταν αρκετό για να την εξετάσει πιο προσεκτικά. Το πόση εμπιστοσύνη δημιουργεί αυτό στη δικαιοσύνη ας το κρίνει ο καθένας.
Κι έρχομαι, εν συντομία, σε δύο από τα πολλά καρυκεύματα της ανάρτησης, διότι αν και η βασική τους λειτουργία είναι να θολώνουν την κυνική ουσία της υπερασπιστικής γραμμής, έχουν τη σημασία τους:
Πρώτον, η κ. Βαρσάμη λέει πολλά για την ανάγκη να προστατευτεί το παιδί και ψέγει την αντίπαλό της δικηγόρο ότι εκθέτει το παιδί στη δημοσιότητα. Έχει μια πλάκα να το λέει αυτό όταν εργάζεται για ένα γραφείο που έχει ειδική σελίδα media στην ιστοσελίδα του, με τηλεοπτικές εμφανίσεις των δικηγόρων του. Αλλά ας είμαστε καλόπιστες/οι και ας δεχτούμε ότι δεν το εννοεί γενικώς αλλά μόνο για «ευαίσθητες» υποθέσεις. Τυχαίνει, ωστόσο, να έχουμε παρακολουθήσει και τη δίκη για το κύκλωμα μαστροπείας της Ηλιούπολης, στην οποία δικηγόρος του πρωτόδικα καταδικασμένου αστυνομικού ήταν ο συνέταιρος του γραφείου της, κ. Δημήτρης Γκαβέλας, και θυμόμαστε την τακτική εξέτασης του θύματος στο ακροατήριο. Θυμόμαστε επίσης την τακτική εξέτασης του αδελφού του θύματος, ο οποίος έχει διαγνωστεί με νοητική βλάβη. Παρεμπιπτόντως, η κ. Αντωνοπούλου, η ψυχολόγος που επικρίνει τη συνάδελφό της και στόχο των 16 πατεράδων, ήταν τεχνική σύμβουλος του συγκατηγορουμένου του αστυνομικού, αυτού που πρωτόδικα καταδικάστηκε σε 12 χρόνια.
Και προτού σπεύσει να με κατηγορήσει κανείς ότι προσπαθώ να αμφισβητήσω την αξιοπιστία της κ. Βαρσάμη βάσει των υποθέσεων του γραφείου της — όπως κάνει ο κ. Στεφανάκης σε σχόλιο στην ανάρτησή της μιλώντας μεταξύ άλλων για «αριστεροχώρια» και τέτοια προοδευτικά — να πω ότι καλώς εκπροσωπούν και κατηγορούμενους για μαστροπεία και όποιον άλλον θέλουν. Ιερό το δικαίωμα στην υπεράσπιση και αυτή είναι η δουλειά τους, όλοι κάπως πρέπει να ζήσουμε, να πληρώσουμε το ρεύμα, σούπερ μάρκετ, Κολλέγιο Αθηνών, οτιδήποτε. Όμως, τρόποι εξέτασης θυμάτων υπάρχουν πολλοί και ο επανατραυματισμός δεν είναι μονόδρομος. Ας ελπίσουμε η προηγούμενη πολιτεία του γραφείου να μην επαναληφθεί όταν η προκείμενη υπόθεση φτάσει στο ποινικό ακροατήριο.
Δεύτερον, διακρίνεται ένα άγχος στην ανάρτηση της κ. Βαρσάμη να πάρει αποστάσεις από το λόμπι της υποχρεωτικής συνεπιμέλειας. Δύσκολο, βέβαια, δεδομένου ότι κάνει σημαία την «βιομηχανία κατασκευής “κακοποιητών”», πλην όμως απαραίτητο, διότι η ανάρτηση μοιάζει να στοχεύει σε προοδευτικό κοινό. Επίφοβη ισορροπία.
Γράφει, επί λέξει: «Το ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση θεωρούμε πως αυτό που συμβαίνει ειναι πολύ άδικο για τον πατέρα, αυτό δε σημαίνει ότι αυτόματα είμαστε δίπλα στους τύπους που πιστεύουν ότι οι μπαμπάδες πληρώνουν ακριβό ενοίκιο για την εννιάμηνη κυοφορία του παιδιού τους από τη μητέρα. Όχι απλά δεν είμαστε δίπλα, είμαστε *μακριά από εμάς* και το λέω γιατί βλέπω να έχουν καπως ανοίξει ορέξεις.»
Η αναφορά εδώ, για τα άτομα που δεν είναι εξοικειωμένα με τη χαβούζα που είναι το λόμπι της υποχρεωτικής συνεπιμέλειας, είναι στον δημοσιογράφο Νίκο Τσιλιπουνιδάκη, ο οποίος έχει πει την αποκαλυπτική αυτή φράση περί «ενοικίου» σε συνέντευξή του στον Γρηγόρη Αρναούτογλου. Ο κ. Τσιλιπουνιδάκης, για όσες/ους δεν γνωρίζουν, ήταν ένας από τους πιο δραστήριους κήρυκες του λόμπι (λεπτομέρειες στο ρεπορτάζ μας), ωσότου ένα δημοσίευμα τον συνέδεσε με το δολοφονημένο μέλος της “Greek Mafia” Γιώργο Μήτσου, με τον οποίο ήταν κουμπάροι και για χάρη του οποίου ο Τσιλιπουνιδάκης φέρεται να επικοινωνούσε με πηγή του στην ΕΥΠ με σκοπό να πληροφορηθεί αν συγκεκριμένα τηλέφωνα που του υποδείκνυε ο κουμπάρος του ήταν επισυνδεδεμένα. Μετά το δημοσίευμα ο πρώην λαλίστατος παράγοντας του ανδρικού κινήματος εξαφανίστηκε από τα κοινωνικά δίκτυα και απολύθηκε από τον τηλεοπτικό σταθμό στον οποίο εργαζόταν.
Τι άλλο έχει κάνει ο κ. Τσιλιπουνιδάκης προτού εξαφανιστεί; Μα, έχει διατυμπανίσει την εκστρατεία των 16 καταγγελλόμενων πατεράδων που έχουν κάνει την αναφορά στον Άρειο Πάγο, φυσικά. Με τον συνήθη κομψό του τρόπο, όπως η φράση «Έρχεται μεγάλη φάπα».
Ας μου επιτρέψει λοιπόν η κ. Βαρσάμη να έχω μια επιφύλαξη για το πόσο «μακριά τους» είναι οι μπαμπάδες που θεωρούν ότι πληρώνουν «ακριβό ενοίκιο». Την καταλαβαίνω, βέβαια, την ανάγκη της να γράψει ότι παίρνει αποστάσεις. Δεν είναι εύκολο να είσαι η «φάπα» του Νίκου Τσιλιπουνιδάκη.
Ελπίζω να είναι πλέον προφανές ότι αυτό το μακροσκελές σημείωμα στοχεύει πολύ πέρα από την ανάρτηση μιας δικηγόρου που κάνει τη δουλειά της και συγκεκριμένα τον λάκκο με τις οχιές που προσπαθεί να εγκαταστήσει στη δημοσιότητα το μύθευμα για τις μητέρες που «κατασκευάζουν» κακοποιητές για να «αποξενώσουν» τους πρώην συζύγους τους από τα παιδιά τους.
Τα υπόλοιπα στο ρεπορτάζ.
Ενημέρωση 11/11/2023: Διαβάστε το ρεπορτάζ: «Ένα κορίτσι 10 ετών κατήγγειλε τη σεξουαλική του κακοποίηση — απέναντί του βρίσκει το επικίνδυνο λόμπι της «γονεϊκής αποξένωσης»