Οι εισαγγελείς και οι κοινωνικές υπηρεσίες αφήνουν ευάλωτα παιδιά σε παιδιατρικά νοσοκομεία για μήνες — και κάποιες φορές για χρόνια — χωρίς τα παιδιά αυτά να χρειάζονται νοσηλεία, μέχρι να αποφασιστεί η τύχη τους, η οποία συχνά είναι η μεταφορά σε κάποιο ίδρυμα.
Στο ισόγειο του Παιδιατρικού Νοσοκομείου Αθηνών «Αγία Σοφία», μια νεαρή εθελόντρια από κάποια ΜΚΟ πηγαίνει ένα αγόρι για μια βόλτα. Το αγόρι μοιάζειι γύρω στα πέντε και φαίνεται να έχει μια ήπια αναπηρία. Προσπαθεί να τον διασκεδάσει βάζοντάς τον να παίξει με ένα δημόσιο τηλέφωνο. Φαίνεται να λειτουργεί. Το αγόρι χαμογελάει καθώς ακούει τον ήχο στη γραμμή.
Είναι ένα από τα περίπου τριάντα παιδιά που αυτή τη στιγμή βρίσκονται εγκλωβισμένα στο νοσοκομείο, αναγκασμένα να ζουν τη ζωή ενός ασθενούς, χωρίς στην πραγματικότητα να χρειάζονται νοσηλεία. Κάποια έχουν εγκαταλειφθεί από τους γονείς τους. Άλλα βρίσκονται εκεί επειδή κάποιος εισαγγελέας διέταξε την απομάκρυνσή τους από τις οικογένειές τους, μετά από καταγγελίες για παραμέληση ή κακοποίηση.
Εβδομάδες, μήνες, χρόνια
Οι εισαγγελείς στην Ελλάδα χρησιμοποιούν τα νοσοκομεία για τη φιλοξενία τέτοιων παιδιών εδώ και πολλές δεκαετίες —τουλάχιστον 25 χρόνια, σύμφωνα με τη Σοφία Κωνσταντέλια, επικεφαλής του Κέντρου Κοινωνικής Πρόνοιας Περιφέρειας Αττικής.
Όσοι γνωρίζουν το σύστημα, έχουν και όνομα γι’ αυτά τα παιδιά. Τα λένε «εισαγγελικά». Τα εισαγγελικά παιδιά.
Αν και το προσωπικό του νοσοκομείου φροντίζει τα παιδιά και εθελοντές από ΜΚΟ αναλαμβάνουν να προσφέρουν συναισθηματική υποστήριξη, υπάρχει ευρεία συμφωνία μεταξύ των ειδικών ότι ένα γενικό νοσοκομείο δεν είναι εξοπλισμένο για να χειριστεί τέτοιες περιπτώσεις, ειδικά για παρατεταμένες περιόδους.
«Αντιμετώπισα και η ίδια αυτό το ζήτημα», είπε η Ξένη Δημητρίου, εισαγγελέας του Αρείου Πάγου και πρώην εισαγγελέας ανηλίκων, όταν τη ρωτήσαμε πόσο διαδεδομένη είναι αυτή η πρακτική. «Όταν ήμουν εισαγγελέας ανηλίκων και δεν είχα πού να τοποθετήσω το παιδί, η μόνη μας λύση ήταν το νοσοκομείο, όπου σε κάθε περίπτωση θα έπρεπε να πάει το παιδί για να εξεταστεί. Τα παιδιά, ωστόσο, παρέμειναν εκεί για μεγάλα διαστήματα και αυτό συνεχίζεται ακόμα και σήμερα, αν και σε μικρότερο βαθμό».
Στο παρελθόν, περισσότερα από 200 παιδιά — των οποίων οι ηλικίες κυμαίνονται από τη νηπιακή ως την εφηβεία — βρίσκονταν σε παρατεταμένο νοσοκομειακό περιορισμό ανά έτος. Η προϊσταμένη των Κοινωνικών Υπηρεσιών του νοσοκομείου Αγία Σοφία, Ξένια Αποστολά, μας είπε ότι ο αριθμός εκτινάχθηκε τα πρώτα χρόνια της ελληνικής κρίσης. Τον Μάρτιο του 2019, σύμφωνα με την Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων Δημόσιων Νοσοκομείων, πάνω από εβδομήντα παιδιά φιλοξενούνταν σε νοσοκομεία της Αθήνας και της γύρω περιοχής.
Μερικά από αυτά τα παιδιά περνούν από μερικές εβδομάδες έως πάνω από έξι μήνες στο νοσοκομείο, προτού οι αρχές μπορέσουν να εξασφαλίσουν μια θέση σε ίδρυμα. Για τα ανάπηρα παιδιά, η περίοδος αναμονής μπορεί να είναι χρόνια. Σε μια περίπτωση που μπορέσαμε να επιβεβαιώσουμε, ένα νεογέννητο ανάπηρο παιδί παρέμεινε στο Αγία Σοφία μέχρι τα τρία του χρόνια, χωρίς να βγει ποτέ από το κτίριο. Σε μια άλλη, ένα ανάπηρο παιδί έζησε στο νοσοκομείο για περισσότερα από επτά χρόνια, πριν μεταφερθεί σε εξειδικευμένο ίδρυμα.
Ο Γιώργος Νικολαΐδης, ψυχίατρος και πρόεδρος της Επιτροπής Lanzarote του Συμβουλίου της Ευρώπης, η οποία παρακολουθεί τη Σύμβαση για την Προστασία των Παιδιών από τη Σεξουαλική Εκμετάλλευση και τη Σεξουαλική κακοποίηση, πιστεύει ότι ο περιορισμός των παιδιών που απομακρύνονται από τις οικογένειές τους από εισαγγελείς σε νοσοκομεία είναι «ενδεικτική έλλειψη άλλων, καταλληλότερων συστημάτων προστασίας των παιδιών, όπως η επείγουσα αναδοχή».
Τους τελευταίους μήνες, οι διαμαρτυρίες των εργαζομένων στα νοσοκομεία γίνονται ολοένα πιο έντονες. Αν και η Ξένια Αποστολά σπεύδει να πει ότι «δεν φταίνε τα παιδιά», οι ενώσεις εργαζομένων έχουν παραπονεθεί ότι ορισμένοι από τους εφήβους παρενοχλούν, ακόμη και επιτίθενται στο προσωπικό.
Πρόνοια και ιδρυματοποίηση
Απαντώντας στις διαμαρτυρίες, οι υπηρεσίες παιδικής προστασία πρόσφεραν κάποιες μερικές λύσεις, όπως το Κέντρο Κοινωνικής Πρόνοιας Αττικής να φιλοξενήσει επτά παιδιά κάτω των τεσσάρων ετών στις εγκαταστάσεις του. Το Υπουργείο Υγείας δεσμεύτηκε να δημιουργήσει νέες «δομές», όπου θα μεταφερθούν «όλα τα παιδιά του νοσοκομείου» μέχρι τα τέλη Ιουνίου και τα οποία μας είπαν ότι θα ξεκινήσουν να λειτουργούν τον Ιούλιο 2019.
Οι περισσότεροι ειδικοί, ωστόσο, δεν συμφωνούν ότι οι νέες δομές για τα παιδιά είναι μια λύση που πρέπει να επιδιώξει η κυβέρνηση. Η Ελλάδα είναι μια από τις τελευταίες χώρες στην Ευρώπη όπου οι υπηρεσίες παιδικής προστασίας στηρίζονται σχεδόν αποκλειστικά σε ιδρύματα ή παιδικές δομές που ανήκουν στο κράτος, στην εκκλησία ή σε διάφορες ΜΚΟ.
Ο Νικολαΐδης, ο οποίος διευθύνει επίσης το Τμήμα Ψυχικής Υγείας και Κοινωνικής Πρόνοιας του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού, διερωτάται γιατί ορισμένοι υπάλληλοι επιμένουν σε αυτή την περίπτωση να κατευθύνουν την προστασία των παιδιών προς μια αναποτελεσματική και επιβλαβή κατεύθυνση. «Η απάντηση», μας είπε, «μάλλον έγκειται στην προτεραιότητα των συμφερόντων άλλων ομάδων, αντί των παιδιών. Τα νοσοκομεία πρέπει να ελευθερώσουν τα κρεβάτια τους, κάποιοι θέλουν να εξασφαλίσουν συμβόλαια για τις νέες δομές, οι αρχές νιώθουν πιο άνετα με τα παιδιά σε ένα μέρος».
«Υπάρχουν ήδη πάρα πολλά ιδρύματα», συμφωνεί η Σοφία Κωνσταντέλια. Πιστεύει επίσης ότι αντί για παιδικές δομές, η λύση βρίσκεται στην ανάδοχη φροντίδα.
Στην Ελλάδα, δεν υπάρχει ενιαίο πρωτόκολλο ή αρχή για την προστασία των παιδιών, ούτε καν ένας συνεκτικός τρόπος παρακολούθησης των παιδιών στο σύστημα. Υπάρχουν εκατοντάδες υπηρεσίες σε ολόκληρη τη χώρα, με κατακερματισμένες εντολές και αρμοδιότητες, και ελάχιστη έως καθόλου επικοινωνία μεταξύ τους. Τα άτυπα δίκτυα συνεργασίας μεταξύ ειδικών συχνά παρεμβαίνουν για να αντισταθμίσουν τις χειρότερες συνέπειες, αλλά οι περικοπές σε προϋπολογισμούς και προσωπικό κατά τη διάρκεια της κρίσης δεν βοήθησαν καθόλου.
Αν και τα σχέδια για την αναμόρφωση των υπηρεσιών παιδικής προστασίας από διαδοχικές κυβερνήσεις στο παρελθόν κατέληξαν σε αποτυχία, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ έχει λάβει κάποια μέτρα που οι ειδικοί πιστεύουν ότι είναι θετικά. Ένα μητρώο όπου ιδρύματα — δημόσια ή ιδιωτικά — πρέπει να καταγράφουν όλα τα παιδιά που βρίσκονται υπό τη φροντίδα τους βρίσκεται σε κατεύθυνση υλοποίησης. «Έχουμε ήδη αρχίσει να ανεβάζουμε τα αρχεία των παιδιών μας στο μητρώο», μας είπε η Κωνσταντέλια.
Ένα άλλο σημαντικό βήμα ήταν ο νέος νόμος για τις αναδοχές, οι οποίες πλέον θα πραγματοποιούνται μέσω του νέου μητρώου. Σύμφωνα με δήλωση της υφυπουργού Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Θεανώς Φωτίου, πάνω από 130 αιτήσεις έχουν υποβληθεί μέσω του νέου συστήματος από υποψήφιους ανάδοχους γονείς και άλλες 600 για μακροχρόνια υιοθεσία.
Ωστόσο, η πρόοδος είναι αργή. Αν και όλα τα ιδρύματα υποχρεούνται να χρησιμοποιούν το νέο μητρώο, δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι θα το κάνουν γρήγορα. Και πιο εξειδικευμένες μορφές αναδοχής — όπως η επείγουσα και η επαγγελματική αναδοχή — απαιτούν περίπλοκα πρωτόκολλα ελέγχου που είναι ακόμη ανολοκλήρωτα, καθώς και κεφάλαια που δεν έχουν ακόμη διατεθεί.
«Νομίζω ότι η αναδοχή είναι η ιδανική λύση», λέει η Δημητρίου. «Οι ανάδοχοι γονείς έχουν συχνά τα ελαττώματά τους όπως όλοι οι άλλοι, αλλά δεν παύουν να είναι οικογένεια, είναι εξειδικευμένη φροντίδα για ένα παιδί». Φοβάται ωστόσο ότι η ελληνική κοινωνία δεν είναι «αρκετά ανοιχτή» για να αγκαλιάσει την ανάδοχη φροντίδα, αλλά αυτό θα μπορούσε να αλλάξει στην πράξη.
Στην είσοδο του νοσοκομείου Αγία Σοφία, ένας ηλικιωμένος σε αναπηρικό αμαξίδιο μαζί με μια νεαρή γυναίκα, οι οποίοι μοιάζει πως επισκέπτονταν κάποιον ασθενή, παίρνουν αέρα. Ένας εθελοντής περνάει δίπλα τους, συνοδεύοντας ένα αγόρι, περίπου δεκαπέντε χρόνων, προς ένα αυτοκίνητο, σπρώχνοντας ένα καρότσι με τα υπάρχοντά του. Το αυτοκίνητο ανήκει σε μια ΜΚΟ που διαχειρίζεται παιδικές δομές.
Το αγόρι φαίνεται ανήσυχο και εκείνη προσπαθεί να τον καθησυχάσει. Για μια στιγμή, τα μάτια του παιδιού συναντούν αυτά του άνδρα στο αναπηρικό καροτσάκι, με το είδος της ενσυναίσθησης που αναπτύσσουν οι άνθρωποι σε τέτοιες περιστάσεις.
«Να προσέχεις, αγόρι μου», λέει ο άντρας. “Καλή τύχη.”
Τον Δεκέμβριο του 2021, η υφυπουργός Κοινωνικών Υποθέσεων, Δόμνα Μιχαηλίδου, μάς δήλωσε ότι η κατάσταση είχε βελτιωθεί. Το Μητρώο καταγραφής των παιδιών που διαμένουν σε ιδρύματα είχε ολοκληρωθεί και το μητρώο αναδοχής λειτουργούσε ικανοποιητικά. Σύμφωνα με την υπουργό, τα παιδιά που διέμεναν για μακρά διαστήματα σε νοσοκομεία ήταν περίπου πενήντα.
Παρά τη μείωση, η πρακτική των εισαγγελέων να στέλνουν παιδιά στα παιδιατρικά νοσοκομεία, όπου αυτά παραμένουν για μακρά διαστήματα, παραμένει. Τον Νοέμβριο του 2022 ήρθε στη δημοσιότητα η υπόθεση ενός δεκατετράχρονου παιδιού, το οποίο βίασε δύο άλλα παιδιά, ένα επτάχρονο κι ένα δεκατριάχρονο, μέσα στο παιδιατρικό νοσοκομείο «Αγλαΐα Κυριακού». Και τα τρία παιδιά είναι «εισαγγελικά».