Newsletter Κοινότητα EN | ΕΛ

Main Page Content

Απόψεις

Οπαδός της υποχρεωτικής συνεπιμέλειας και ο οδηγός της Πόρσε που σκότωσε τον 22χρονο στα Χανιά;

Δεν είναι η πρώτη φορά που ο 45χρονος απασχολεί τις αρχές. Λίγους μόλις μήνες πριν το θανατηφόρο τροχαίο, είχε καταδικαστεί για ενδοοικογενειακή βία σε βάρος της συζύγου του και μητέρας του παιδιού τους. Ανακαλύψαμε ότι στη δικαστική του διαμάχη για την επιμέλεια και τη διατροφή του ανήλικου παιδιού, ξεσηκώνει όλο το εγχειρίδιο των «ενεργών μπαμπάδων», των ομάδων ανδρικών δικαιωμάτων δηλαδή που πίεσαν και πέτυχαν την ψήφιση του λεγόμενου «νόμου Τσιάρα» για την υποχρεωτική συνεπιμέλεια.

Της Μαρινίκης Αλεβιζοπούλου και του Αυγουστίνου Ζενάκου

Η υπόθεση του 45χρονου κατηγορούμενου για το φονικό τροχαίο στα Χανιά, το οποίο κόστισε τη ζωή ενός 22χρονου άντρα, δικαίως απασχόλησε τη δημοσιότητα — κυρίως λόγω των παραλείψεων των αρχών που φέρονται να μπορούσαν να είχαν αποτρέψει το δυστύχημα, αν είχαν τηρήσει τον νόμο. 

Υπάρχει, ωστόσο, μια παράλληλη πτυχή που αναδεικνύεται σ’ αυτή την υπόθεση, η οποία φωτίζει ένα πρόβλημα διαφορετικό, αν και όχι λιγότερο σοβαρό από την δολοφονική οδηγική συμπεριφορά και την ανοχή των αρχών σ’ αυτήν. Ίσως μάλιστα τα δύο να μην είναι τόσο διαφορετικά όσο εν πρώτοις μοιάζουν.

Ο κατηγορούμενος για το τροχαίο είχε μια πολύ πρόσφατη καταδίκη για ενδοοικογενειακή βία. Συγκεκριμένα, η σύζυγός του τον είχε καταγγείλει ότι της είχε για πολλοστή φορά ασκήσει σωματική βία και μάλιστα μπροστά στην ανήλικη κόρη τους. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη και την ιατροδικαστική έκθεση που διαπίστωσε τους τραυματισμούς, έκρινε αξιόπιστη την καταγγελία και καταδίκασε τον 45χρονο σε έναν χρόνο φυλάκιση. Αυτός άσκησε έφεση, στην εκδίκαση της οποίας εύλογα υποθέτει κανείς ότι θα επαναλάβει τον υπερασπιστικό ισχυρισμό που προέβαλε και στον πρώτο βαθμό: ότι η σύζυγός του κατασκεύασε την καταγγελία με στόχο να τον αποξενώσει από το παιδί του.

Δεν μας κάνει εντύπωση, βέβαια, η επιστράτευση της ψευδοθεωρίας της «γονεϊκής αποξένωσης» ως υπερασπιστικής στρατηγικής, καθότι είναι γενικευμένη πλέον σε υποθέσεις όπου άντρες κατηγορούνται για ενδοοικογενειακή βία ή/και σεξουαλική κακοποίηση των παιδιών τους. Αλλά και στο αστικό σκέλος της αντιδικίας, στις δικαστικές διαδικασίες δηλαδή που ρυθμίζουν το διαζύγιο που ζητάει η κακοποιημένη σύζυγος, την επικοινωνία του 45χρονου με την κόρη τους, αλλά και τη διατροφή που θα κληθεί να καταβάλει, η στρατηγική είναι επίσης γνωστή και δοκιμασμένη με επιτυχία σε πάμπολλες περιπτώσεις: ο καταδικασμένος, πλέον, για κακοποίηση ζητάει από το δικαστήριο να του αναθέσει τη συνεπιμέλεια της κόρης του. Παρά τα τεκμήρια, μάλιστα, ότι η ζωή του ήταν μάλλον πολυτελής, ισχυρίζεται ότι στερείται οικονομικής άνεσης και προτείνει να πληρώνει για τις ανάγκες της κόρης του 200 ευρώ τον μήνα.

Τα επισημαίνουμε αυτά διότι πιστεύουμε ότι πολλοί και πολλές θα τους δώσουν όση βάση τους δώσουν μόνο επειδή ο συγκεκριμένος βγήκε να οδηγήσει την πόρσε του σε κατάσταση ακραίας μέθης και σκότωσε έναν νέο. Λιγότερες και λιγότεροι όμως θα αναλογιστούν ότι αν δεν είχε συμβεί το τραγικό δυστύχημα, αυτός, ο ίδιος άνθρωπος, θα πήγαινε ξανά σε λίγο καιρό στο δικαστήριο για να ενσαρκώσει τα λόγια που είχε ξεστομίσει ο βουλευτής της ΝΔ, Γιάννης Λοβέρδος, στη συζήτηση στη Βουλή για τον Νόμο Τσιάρα: ότι «επειδή βαράει τη γυναίκα του, δεν σημαίνει πως είναι και κακός πατέρας». Θα επέμενε ότι πρέπει να έχει τη συνεπιμέλεια της ανήλικης κόρης του, που τον έβλεπε να ξυλοφορτώνει τη μητέρα της, ή το λιγότερο να την υποδέχεται για διανυκτέρευση στο σπίτι του και να την πηγαίνει διακοπές. Θα επαναλάμβανε ότι η πόρσε του είναι μεταχειρισμένη, το σκάφος του σε συνιδιοκτησία και η επιχείρησή του πάει άσχημα, ότι είναι στη πραγματικότητα φτωχός και δεν έχει να δώσει διατροφή. Και ότι, στο κάτω κάτω, όλα αυτά είναι μια σκευωρία που έστησε η σύζυγός του για να του πάρει το παιδί του και τα λεφτά του.

Και τα δικαστήρια θα τον άκουγαν. Όπως ακούνε τόσους και τόσους κακοποιητές κάθε μέρα. Που ευτυχώς τα θύματά τους δεν περιλαμβάνουν 22χρονους που είχαν την τραγική ατυχία να έρχονται από την άλλη μεριά του δρόμου. Αλλά που συχνά περιλαμβάνουν τις γυναίκες τους και τα παιδιά τους, που η δικαιοσύνη άφησε απροστάτευτα. Και που ακόμη κι αν δεν φτάσουν ως τον φόνο, θα συνεχίσουν να βασανίζουν γυναίκες και παιδιά, γιατί εισαγγελείς και δικαστές δεν εννοούν να καταλάβουν ότι η «γονεϊκή αποξένωση» και η «υποχρεωτική συνεπιμέλεια» είναι εργαλεία κακοποίησης στα χέρια αντρών που δεν τους καίγεται καρφί για τα παιδιά τους αλλά που εκδικούνται τις γυναίκες που τόλμησαν να «σηκώσουν κεφάλι».