Στο πλαίσιο του Διαλόγου για την Ενέργεια, ο Τομεάρχης Ενέργειας του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής και Αναπληρωτής Καθηγητής του ΕΜΠ μιλάει στο Manifold για τα διαχρονικά λάθη της εγχώριας ενεργειακής στρατηγικής, τους κινδύνους της πρωτοκαθεδρίας του φυσικού αερίου και τις νομοθετικές αποτυχίες γύρω από τις ενεργειακές κοινότητες.
Έχουν περάσει έξι κυβερνήσεις – χωρίς τις υπηρεσιακές – τα τελευταία 13 χρόνια, με πρωταγωνιστές από πολλά διαφορετικά κόμματα, συμπεριλαμβανομένου του ΠΑΣΟΚ. Πιστεύετε πως υπήρξε μια συνεκτική στρατηγική στο ενεργειακό και πώς την αξιολογείτε;
Υπήρξαν σημεία που είχαμε μια σύγκλιση και αρκετά σημεία που ήταν συνολικά θολά. Το βασικότερο λάθος, βέβαια, δεν είναι μόνο λάθος της χώρας, αλλά και ευρωπαϊκό: ήταν η πρόσδεση μας στο άρμα του φυσικού αερίου. Ενώ δηλαδή θα μπορούσαμε να διαμορφώσουμε μια προσπάθεια μείωσης του κινδύνου με χαρτοφυλάκια διαφορετικών τεχνολογιών, κλειδώσαμε πάρα πολύ στο εισαγόμενο αυτό ορυκτό καύσιμο και γενικά στο αφήγημα του ενεργειακού “hub”, τη δημιουργία ενός διαμετακομιστικού κέντρου εισαγόμενων ορυκτών καυσίμων — ένα σημείο αρκετά γκρίζο στρατηγικά.
Ξέρετε, οι πολιτικές πάντα πρέπει να αξιολογούνται. Μετά από δέκα και πλέον χρόνια νομίζω ότι έχει τεκμηριωθεί ότι ήταν μια λάθος στρατηγική. Δεν γίναμε ποτέ hub, έγινε η Τουρκία, διότι κλειδώσαμε σε ένα εισαγόμενο καύσιμο, το οποίο είναι πάρα πολύ ακριβό και διότι είμαστε απολύτως τρωτοί και ευάλωτοι.
Θα μπορούσε αυτή η πορεία να είχε αλλάξει; Θυμίζω για παράδειγμα την κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου, όπου λέγαμε κάτι διαφορετικό τότε: να γίνουμε ένας κόμβος παραγωγής και εξαγωγής καθαρής ενέργειας. Δηλαδή να αξιοποιήσουμε τις εγχώριες ανανεώσιμες πηγές, να καλύψουν τη δικιά μας ζήτηση και να φτιάξουμε τεράστια δίκτυα, ηλεκτρικές λεωφόρους που να συνδέουν την Ελλάδα με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Άλλο όραμα, άλλη προσέγγιση. Δεν περπάτησε αυτή όμως. Τίποτα δεν έχει γίνει και ακόμα και σήμερα συζητάμε για το διαμετακομιστικό κέντρο με νέες υποδομές υγροποιημένου φυσικού αερίου. Άρα ένα σημείο γκρίζο που είχε μια κάποια σύγκλιση σε λάθος κατεύθυνση ήταν αυτό.
Τα σημεία τα γνωστά που υπήρχε μια επίσης θετική σύγκλιση ήταν ότι πρέπει να προωθήσουμε ΑΠΕ και εξοικονόμηση. Νομίζω ότι όλοι συμφωνούσαν σε αυτό, αλλά όσον αφορά τις ΑΠΕ, οι όροι έχουν σημασία. Δεν είναι απλά ότι αλλάζω τεχνολογία και εκεί που έχω ένα λιγνιτικό βάζω ένα μεγάλο φωτοβολταϊκό πάρκο. Είναι η ενεργειακή δημοκρατία.
Η δε εξοικονόμηση δεν είναι ρητορεία. Θέλει κινητροδότηση και προγράμματα που να απευθύνονται κυρίως στα τρωτά και ευάλωτα νοικοκυριά. Άρα και εδώ που υπάρχει μια συμφωνία των μεγάλων κομμάτων, οι όροι που διενεργείται η συζητήση είναι διαφορετικοί.
Έχουμε πια μεγάλες επενδύσεις, μονάδες, πλοία και σταθμούς αποθήκευσης για το φυσικό αέριο. Η ύπαρξή τους και μόνο, τα χρήματα που έχουν πέσει σε αυτά, δεν καθιστούν την προοπτική περιορισμού του ρόλου του φυσικού αερίου στο ενεργειακό μείγμα ανέφικτη;
Ναι, και μάλιστα ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας στην ετήσια έκθεση του για την Ελλάδα χρησιμοποίησε τον όρο stranded assets, ότι δηλαδή θέλει πολύ μεγάλη προσοχή γιατί δημιουργούμε υποδομές, οι οποίες μπορεί να είναι αδρανείς σε λίγα χρόνια και ταυτόχρονα σκορπάμε πάρα πολύ κρατικό χρήμα. Διότι να θυμίσω ότι πολλές από αυτές τις μονάδες γίνονται με κρατική επιδότηση εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ — και νέες που σχεδιάζονται ζητάνε πια και αυτές κρατική επιδότηση.
Ακόμα και πλοία που φέρνουμε. Τα οποία τελικά «μπάζουν», τα οποία χάνουν φυσικό αέριο, όπως το FSU στη Ρεβυθούσα, κοστίζουν πάρα πολλά χρήματα χωρίς κανένα αποτέλεσμα. 100 εκατομμύρια κόστισε αυτό, 20 εκατομμύρια η ενοικίαση για ένα χρόνο, χωρίς να το χρειαστούμε και 80 εκατομμύρια για το φυσικό αέριο που έχανε. Άρα είναι μια λάθος προσέγγιση.
Μπορούν να πουν πολλά κάποιοι. Ότι ήταν μέσα στον πανικό. Ότι έπρεπε να απεξαρτηθούμε από το ρωσικό φυσικό αέριο και αγοράζαμε ό,τι υπάρχει. Φέρναμε ό,τι πλοία υπάρχουν. Κινήσεις πανικού δηλαδή. Το δέχομαι. Αλλά δεν μπορεί, τώρα που ανασαίνουμε πια, που πέρασε ο δύσκολος χειμώνας, που έχουν πέσει σημαντικά οι τιμές, να μην μπορέσουμε να χαράξουμε στρατηγική και όλες οι νέες επενδύσεις που ακούμε στην ενέργεια να είναι επενδύσεις αγωγών και υποδομών υγροποιημένου φυσικού αερίου. Είναι λάθος κατεύθυνση, ξεκάθαρα. Και σπαταλάται κρατικό χρήμα πολύτιμο για άλλα πράγματα, όπως για να φτιάξουμε τα δίκτυα μας, ηλεκτρικές λεωφόρους αποθήκευσης κτλ κτλ.
Τώρα που έχουν πέσει τα λεφτά, όμως, τι τα κάνουμε όλα αυτά;
Δεν έχουν πέσει ακόμα. Καλά, τα 100 εκατομμύρια για το καράβι, το FSU που ήρθε στη Ρεβυθούσα, τα χάσαμε. Αν εξαιρέσει κανείς την Αλεξανδρούπολη, όπου εκεί θα υπάρξουν κάποια χρήματα, αλλά είναι, ας πούμε, ένα πολύ ευαίσθητο γεωπολιτικά έργο, όλες τις υπόλοιπες υποδομές μπορούμε ακόμα και τώρα να τις ξαναδούμε στα σοβαρά με νηφαλιότητα και ψυχραιμία.
Στο πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, υπάρχει μια ενδιαφέρουσα φράση που λέει ότι προτείνεται η μείωση της εξάρτησης από χώρες και εταιρείες με μονοπωλιακή συμπεριφορά. Η απομάκρυνση από τις εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου είναι και πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη και κεντρική στρατηγική της Ευρώπης. Οι ΗΠΑ που αποτελούν βασικό εξαγωγέα του LNG (υγροποιημένου φυσικού αερίου), είναι «χώρα με μονοπωλιακή συμπεριφορά»; Και ακόμα και αν δεν είναι, λύνεται κάποιο πρόβλημα με τη στροφή στο LNG;
Δεν λύνεται κάποιο πρόβλημα με τη στροφή στο LNG. Είναι μια λύση ανάγκης. Δεν πρέπει να είναι το όραμα της χώρας να γίνουμε ένα διαμετακομιστικό κέντρο υγροποιημένου φυσικού αερίου. Δεν είναι λύση να κλειδώνουμε στο υγροποιημένο φυσικό αέριο από την Αμερική.
Εντάξει, στο πρόγραμμα προφανώς η διατύπωση είναι αρκετά προσεγμένη για να διασφαλίσει ότι θα εκφράζει όλες τις επιμέρους απόψεις. Γι’ αυτό και βάζουμε τη μεγαλύτερη έμφαση, για παράδειγμα, σε καθεστώτα και ολιγάρχες, όπως είναι οι χώρες του Κόλπου, οι οποίες βγάζουν απίστευτα χρήματα και μέσα στη διάρκεια της κρίσης και της πανδημίας.
Άρα ξεκινάμε από εκεί και βλέπουμε μετά, αν μπορέσουμε συνολικά να προχωρήσουμε σε μία αυτοδύναμη Ελλάδα, που σημαίνει συνολικά να φύγουμε από το υγροποιημένο φυσικό αέριο, ακόμα και από το αμερικανικό. Πάντως, νομίζω ότι είναι η πρώτη φορά πού μπαίνει αυτή η έκφραση σε διατύπωση κόμματος. Μέχρι τώρα λέγανε «ρωσικό φυσικό αέριο», τελεία.
Μια άλλη πρόταση στο πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ μιλάει για την αξιοποίηση του λιγνίτη σε ρόλο ψυχρής εφεδρείας. Αναφέρεστε προφανώς στην Πτολεμαΐδα V.
Ναι. Το είχαμε κάνει και σαν Τεχνικό Επιμελητήριο. Πολύ πριν τον ενεργειακό πόλεμο, λέγαμε ότι πρέπει να υπάρχει η λογική αυτή της ψυχρής εφεδρείας. Βέβαια να πω ότι είχε ξεκινήσει μια κουβέντα σε επίπεδο ευρωπαϊκό ότι δεν είναι επιλέξιμη τέτοια δαπάνη, που σημαίνει ότι θα επωμιστεί το κόστος αυτό το κράτος. Τα προγράμματα επικαιροποιούνται, δεν γράφονται σε πέτρα. Άρα πρέπει να δούμε πώς και με ποιον τρόπο θα επιμεριστεί αυτό το κόστος και αν είναι υποφερτό. Διότι αν είναι ένα κόστος πολύ μεγάλο μπορεί να μην εξυπηρετεί αυτή η προσέγγιση.
Έχει ένα μακρύ ιστορικό η Πτολεμαΐδα V να αποτυγχάνει να πάρει τις επιδοτήσεις που ήθελε. Αυτό το ξέρουμε. Όμως η αξιοποίησή της, ακόμα και ως ψυχρής εφεδρείας, δεν διακινδυνεύει σε λίγα χρόνια να φέρει πάλι προ τετελεσμένων τις λιγνιτοπαραγωγικές περιοχές της χώρας, παρατείνοντας ουσιαστικά την αργή φθορά που παρατηρούμε στις τοπικές οικονομίες εδώ και δεκαπέντε χρόνια;
Αν θέλετε την άποψή μου την ακαδημαϊκή, την επιστημονική, θα έπρεπε να προχωρήσουμε, όπως λέει και το πρόγραμμα, το 2028 στο κλείσιμο κάθε λιγνιτικής εγκατάστασης. Όμως, η προγραμματική θέση έχει την εξής δυσκολία να διατυπωθεί έτσι: δεν υπάρχουν τα δίκτυα, δεν υπάρχει αποθήκευση. Άρα υπάρχει πολύ μεγάλος κίνδυνος να κλείνουν λιγνιτικές μονάδες και να ανοίγουν μονάδες φυσικού αερίου, όπως και γίνεται.
Συνεπώς, εάν δεν διασφαλίσουμε ότι μπορούμε κλείνοντας τον λιγνίτη να ανοίξουμε ανανεώσιμες με δυνατότητα τεχνική το δίκτυο να αντιμετωπίσει τον αστάθμητο παράγοντα και τη διακύμανση που έχουν οι ΑΠΕ, τότε είναι πάρα πολύ πιθανό τον ρόλο αυτό να τον παίξουν οι μονάδες φυσικού αερίου. Γι’ αυτό και μπαίνει αυτή η διατύπωση, για να διασφαλίσουμε ότι δεν θα φτιαχτεί μια νέα μονάδα φυσικού αερίου, όπως ήδη σχεδιάζονται, να παίξει αυτό το ρόλο, από τη στιγμή που υπάρχει ήδη μία που είναι με εγχώριο καύσιμο.
Μιας και αναφέρατε τα δίκτυα, αυτό σημαίνει ότι αξιολογείτε τις ιδιωτικοποιήσεις ΑΔΜΗΕ και ΔΕΔΔΗΕ αρνητικά;
Βεβαίως. Τις θεωρούμε απολύτως αρνητικές. Θεωρούμε ότι δεν έχουν προχωρήσει καθόλου, ούτε ο Κινέζος μέτοχος [σ.σ.: στον ΑΔΜΗΕ], ούτε το fund [σ.σ.: στον ΔΕΔΔΗΕ] στις επενδύσεις που έπρεπε να έχουν προχωρήσει. Επίσης παίρνουν πάρα πολλά χρήματα και θα πάρουν από το Ταμείο Ανάκαμψης και δεν τα αξιοποιούν σωστά. Και νομίζω ότι είναι πολύ σοβαρή η δύναμη που έχουν τα δίκτυα στη μετάβαση και πρέπει, αν δεν μπορούν να επιτελέσουν το ρόλο τους, να πάρει το κράτος τον έλεγχο ξανά συνολικά των δικτύων. Διότι είναι μονοπωλιακές υποδομές, στις οποίες μπήκε ιδιώτης στρατηγικός επενδυτής για να κάνουν κάποια έργα. Και όχι για να παίρνουν τα ρυθμιζόμενα από τα τιμολόγια των καταναλωτών — που είναι μια σίγουρη επένδυση.
Αν δεν μπορούν να επιτελέσουν λοιπόν το ρόλο των επενδυτών και ό,τι φτιάχνουν είναι από το Ταμείο Ανάκαμψης, από δικά μας χρήματα και από ΕΣΠΑ, τότε δεν έχουν κανέναν ρόλο να παίξουν.
Επίσης, οι διοικήσεις τους μου προξενούν πολύ μεγάλο ερωτηματικό. Παίρνω για παράδειγμα τον ΔΕΔΔΗΕ. Αργούν πάρα πολύ να βγάλουν τα δεκαετή τους σχέδια. Αυτά είναι με copy-paste τα νούμερα εδώ και 3-4 χρόνια. Νομίζω ότι αν θέλουμε να συζητήσουμε για απολιγνιτοποίηση και απεξάρτηση από το φυσικό αέριο, πρέπει στα σοβαρά να δούμε τι γίνεται με τα δίκτυα και τις διοικήσεις τους που δεν επιτελούν το ρόλο τους.
Επανέρχεται συνέχεια αυτή η ένταση μεταξύ κρατικού και ιδιωτικού στο θέμα της ενέργειας, ενώ έχει πυκνώσει και η συζήτηση για τον ρόλο του Χρηματιστηρίου Ενέργειας εδώ και δύο χρόνια. Το πρόγραμμά σας προτείνει την κατάργηση της καθολικής κάλυψης ζήτησης μέσω του Χρηματιστηρίου και την επανεξέταση του ρόλου του συνολικά. Είναι πραγματικά όμως αρμοδιότητα μιας οποιασδήποτε κυβέρνησης να παρέμβει στο target model; Aυτά δεν αποφασίζονται στις Βρυξέλλες;
Πρώτα απ όλα, αν έχεις μια σοβαρή κυβέρνηση και σοβαρές ρυθμιστικές αρχές θα μπορούσες να διασφαλίσεις ότι δεν θα είναι 100% χρηματιστηριακή η τιμή στα τιμολόγια, που ήταν η πραγματικότητα σε όλη τη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης. Τέσσερις μεγάλοι παίκτες διαμόρφωναν απολύτως τις τιμές μας. Και μάλιστα επειδή δεν είχαμε διασυνδέσεις, ούτε ηλεκτρικές λεωφόρους, ούτε τίποτα, δεν μπορούσαμε να εισάγουμε το 60-70% από γειτονικές χώρες που ήταν φθηνότερες.
Το δεύτερο είναι ότι κάθε χώρα παίζει ένα κρίσιμο ρόλο στις συζητήσεις και στις διαπραγματεύσεις για το target model. Δείτε ας πούμε τις εξαιρέσεις που επιτυγχάνουν κάποιες χώρες όπως η ιβηρική εξαίρεση λόγω της μικρής διασυνδεσιμότητας. Νομίζω ότι θα έπρεπε η χώρα να έχει έναν κρίσιμο ρόλο να παίξει όταν είναι στην πρώτη θέση μονίμως στα προβλήματα ενεργειακής φτώχειας και όταν έχει την υψηλότερη τιμή στη χονδρεμπορική αγορά.
Αφού δεν μπορεί να το λύσει – περάσαμε όλο το χειμώνα με αυτή τη συνθήκη – και επειδή το να συνδεθούμε με άλλες χώρες για να φέρουμε φτηνή ηλεκτρική ενέργεια δεν γίνεται αύριο, θα μπορούσε να παρέμβει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και να ζητήσει μια τροποποίηση, μια άλλη διαμόρφωση, μια εξαίρεση. Για παράδειγμα, να μην παίζει τόσο κρίσιμο ρόλο το φυσικό αέριο ή να μπει ένα διαφορετικού τύπου πλαφόν, για να μπορέσει η χώρα να σταθεί στα πόδια της.
Δεν σημαίνει ότι το Χρηματιστήριο, όπως λειτουργεί παντού copy-paste, εφαρμόζεται επιτυχημένα και στη χώρα μας. Και άλλωστε, σε όλες οι άλλες χώρες δεν ήταν 100% χρηματιστηριακή η τιμή του ρεύματος, είχαν και διμερή και μακροπρόθεσμα συμβόλαια. Τίποτα από αυτά δεν ίσχυε στη δική μας περίπτωση.
Για να διευρύνουμε λίγο το ερώτημα: πολλά κράτη-μέλη, καθώς επίσης κι ένα μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης και των ειδικών επιζητούν έναν πιο ενεργό ρόλο του κράτους και τον περιορισμό των διαθέσεων της αγοράς. Όποτε πάει να γίνει κάτι τέτοιο, προσκρούει στους ευρωπαϊκούς κανόνες, καθώς το ευρωπαϊκό πλαίσιο είναι η ενιαία αγορά ηλεκτρισμού. Θεωρείτε ότι αυτό θα επιφέρει αναπόφευκτα κάποια στιγμή σύγκρουση των κρατών-μελών με τις Βρυξέλλες ή απλά θα συνεχίσουμε στην ίδια πορεία;
Νομίζω ότι η απελευθέρωση των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας, όπως σχεδιάστηκε και υλοποιήθηκε μέχρι τώρα σε επίπεδο ευρωπαϊκό, δεν είχε τα επιθυμητά αποτελέσματα. Δεν διαμόρφωσε δηλαδή συνθήκες υγιούς ανταγωνισμού που θα ρίξει τις τιμές στον στον πολίτη. Δείτε την περίπτωση της Ελλάδας.
Γι’ αυτό και ο κόσμος βάζει σοβαρά ερωτηματικά πια σε όλη αυτή την προσπάθεια και γι’ αυτό νομίζω ότι και οι Βρυξέλλες κάποια στιγμή θα μπουν κι αυτές στη δύσκολη αυτή συζήτηση, που είναι η συζήτηση αξιολόγησης της πορείας που χάραξαν. Διότι βλέπουν κι αυτοί ότι χρειάζονται πάρα πολλά χρήματα για να κρατήσουν ζωντανό το ιερό τους δισκοπότηρο, που είναι τα χρηματιστήρια και το target model. Δεν μπορούν να δίνουν τόσα πολλά χρήματα και να μην παραδέχονται το λάθος τους.
Κάποια στιγμή θα έρθει το πλήρωμα του χρόνου. Εκεί όμως, αυτοί οι οποίοι έχουν δημιουργήσει προτάσεις, συμμαχίες και συνθέσεις θα παίξουν τον κρίσιμο ρόλο. Ήδη υπάρχουν τέτοιες προσπάθειες. Δεν ξέρω αν η χώρα μας είναι καν σε αυτή τη συζήτηση.
Αναφέρατε πριν τις ενεργειακές κοινότητες, έχει και το πρόγραμμα σας σαφή αναφορά στην ενίσχυσή τους. Συζητήσαμε σχετικά με τη σύνδεσή τους στο δίκτυο που είναι βασικό πρόβλημα στην Ελλάδα. Το άλλο πρόβλημα, ακόμα πιο βασικό, είναι ότι αυτοί που τις έχουν πρώτα και κύρια ανάγκη, αυτοί που θα μπορούσαν να διαμορφώσουν αυτή την ενεργειακή δημοκρατία που λέμε, δεν έχουν το κεφάλαιο να προ-πληρώσουν για να δημιουργήσουν μια τέτοια κοινότητα ή να μπουν σε μία. Πώς μπορεί να επιλυθεί αυτό; Είναι καθαρά πολιτικό ερώτημα.
Υπάρχει ένα ερώτημα πριν από αυτό. Δεν μπορεί να υπάρχουν ενεργειακές κοινότητες τεσσάρων-πέντε ανθρώπων, οι οποίοι από πίσω έχουν ενεργειακές εταιρείες και μάλιστα να είναι και κάτοικοι του Μονακό. Ενεργειακή Κοινότητα και Αλληλέγγυα Οικονομία να είναι πέντε μεγάλοι επιχειρηματίες και να παίρνουν προτεραιότητα από μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Άρα νομίζω ότι η πρώτη κίνηση είναι να αλλάξει το θεσμικό πλαίσιο, το οποίο έτσι όπως χτίστηκε ήταν στρεβλό. Επίσης δημιουργούσε τις συνθήκες για κερδοσκοπικές ενεργειακές κοινότητες και μια σειρά από άλλες τρέλες οι οποίες έδιναν την εντύπωση ότι ήταν φύλλο συκής η ενεργειακή κοινότητα. Ενώ εμείς λέγαμε ότι είναι ένα βασικό εργαλείο ενεργειακής δημοκρατίας, από πίσω ήταν εταιρείες, οι γνωστοί μεγάλοι παίκτες.
Και να πούμε και τα νούμερα: το μεγαλύτερο ποσοστό του ηλεκτρικού χώρου το πήραν τα τελευταία τρία χρόνια ενεργειακές κοινότητες, αλλά ο κόσμος στην πραγματικότητα ήταν έξω. Γιατί ήταν συγκεκριμένα συστήματα και πρόσωπα.
Άρα, αν θέλουμε να προχωρήσουμε τα θέματα ενεργειακής δημοκρατίας και ενεργειακών κοινοτήτων, χρειάζεται να βάλουμε στα σοβαρά την έννοια της ενεργειακής κοινότητας. Δεν μπορεί δηλαδή να υπάρχει δήμος ο οποίος έχει τόσο μεγάλο ενεργειακό κόστος, όλοι αυτοί να μην έχουν ηλεκτρικό χώρο και να διαμορφώνονται οι ενεργειακές κοινότητες στην περιοχή τους χωρίς αυτούς. Να είναι έργα κάποιων επιχειρηματιών οι οποίοι ήθελαν να κάνουν ένα πάρκο.
Το δε θέμα της χρηματοδότησης είναι πολύ κρίσιμο. Εδώ μπλέκουμε πάλι με τις τράπεζες. Η τράπεζα σου λέει ότι ποιος εγγυάται ποιον αυτό το νέο σχήμα και γιατί εγώ να προχωρήσω σε μια δανειοδότηση αν δεν έχω μια διασφάλιση; Να λοιπόν εδώ πάλι μια τομή που πρέπει να γίνει. Είναι τραπεζική η τομή και νομίζω ότι θα μπορούσε και το Ταμείο Ανάκαμψης που δίνει δάνεια να βάλει μπροστά αυτή την προσέγγιση και αντί να δανειοδοτεί μεγάλες επιχειρήσεις, να δανειοδοτήσει αυτή την επιχειρηματικότητα, τη-μη κερδοσκοπική, της αλληλέγγυας οικονομίας, αφού πρώτα όμως έχει καθαρίσει το θεσμικό πλαίσιο.
Να το ρωτήσουμε λίγο ωμά: έτσι όπως χτίστηκαν οι ενεργειακές κοινότητες ήταν δώρο στη βιομηχανία;
Βεβαίως. Διότι έπρεπε να είχαν χτιστεί με έναν ξεκάθαρο τρόπο. Εγώ δεν λέω να είναι 200 άτομα, αλλά να είναι 25, να είναι 50, να είναι προτεραιότητα να είναι μέσα ο Δήμος. Θα είχε διαμορφωθεί μια τελείως διαφορετική συνθήκη. Αντίθετα, δημιουργήθηκε μια συνθήκη η οποία λειτούργησε υπέρ πολύ λίγων και ταυτόχρονα στρέβλωσει την εικόνα.
Και η αγορά έλεγε: «μια στιγμή, αυτό δεν είναι ενεργειακή κοινότητα. Γιατί παίρνει προτεραιότητα και δεν παίρνει ένα έργο;» και χάλασε στη πραγματικότητα και το όνομά τους.
Η ιστορία των ενεργειακών κοινοτήτων μου θύμισε μια παλιά ιστορία, στην οποία έχουμε κι εμείς μια ευθύνη. Με το ΠΑΣΟΚ προσπαθήσαμε πάρα πολύ γρήγορα να προωθήσουμε τις Ανανεώσιμες και σηκώσαμε πάρα πολύ τις ταρίφες. Είχαν έρθει κάποιοι εμπειρογνώμονες απ’ έξω και μου είχαν πει ότι «αν το σηκώσετε πολύ και μετά υπάρξει μια άγρια μεταβολή της ταρίφας προς τα κάτω, θα δυσφημίσετε την προσπάθεια. Καλύτερο είναι να το κάνετε σταθερό, παρά να δημιουργήσετε συνθήκες έκρηξης» — το οποίο τελικά συνέβη.
Γι’ αυτό και σε κάθε προσπάθεια ενεργειακής δημοκρατίας και μετάβασης έχει σημασία η ταχύτητα, αλλά το πιο σημαντικό είναι οι όροι με τους οποίους θα γίνει, η διαφάνεια και η συμπεριληπτικότητά τους. Να μην αφήνουν γκρίζα σημεία. Ας χάσουμε λίγο παραπάνω χρόνο να είμαστε σίγουροι από το να καταλήξουμε με άλλη μια ενεργειακή κοινότητα που στην πραγματικότητα είναι επιχειρηματικό σχήμα.
Στο πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ υπάρχουν και ΑΠΕ και ενεργειακές κοινότητες και λιγνίτης και αέριο και πετρέλαιο. Θα μπορούσε να σκεφτεί κάποιος ότι ενδεχομένως αυτό να μαρτυρά αυτό μια εσωτερική ασυμφωνία. Υπάρχουν πάρα πολλές παρεμβάσεις όπως του κυρίου Γιάννη Μανιάτη για παράδειγμα, ο οποίος πολύ συχνά τάσσεται υπέρ της στρατηγικής των ορυκτών καυσίμων και ειδικά του φυσικού αερίου. Συμβιβάζονται οι δικές του απόψεις με τις δικές σας;
Καταρχάς να πούμε ότι κάθε κόμμα πρέπει να συμπεριλαμβάνει διαφορετικές απόψεις και τάσεις. Από εκεί και πέρα, για το λιγνίτη και το φυσικό αέριο, νομίζω τα αναλύσαμε. Για το θέμα των εξορύξεων όμως, έχουμε μία θέση η οποία είναι ξεκάθαρη. Υπάρχουν κάποιες έρευνες που είναι σε εξέλιξη. Αυτές θα ολοκληρωθούν έτσι κι αλλιώς και θα έχουν αποτέλεσμα.
Εμείς λέμε όχι σε νέες έρευνες και πως πρέπει οι εταιρείες να πουν τι θέλουν να κάνουν. Με την προϋπόθεση όμως ότι θα βάλουν και τα λεφτά. Μην γίνει όπως με την Exxon στην Κύπρο που τους είπε «θέλω και κάποια χρήματα για να κάνω την εξόρυξη». Έχουν τα οικόπεδα, υπάρχουν συμβόλαια, ας αποφασίσουν και ας προχωρήσουν. Δεν έχει κάτι να κάνει το κράτος. Είναι μια διαδικασία που πρέπει να γίνει με απόλυτη προσοχή στα ευαίσθητα οικοσυστήματα και σε ό,τι προβλέπεται περιβαλλοντικά.
Από εδώ και πέρα, νομίζω ότι είναι λάθος να χάνουμε πολιτικό κεφάλαιο, οικονομικούς πόρους και να συζητάμε για νέες έρευνες. Η συζήτηση πρέπει να είναι αυτή η οποία γίνεται και στην πρώτη πετρελαιοπαραγωγό χώρα στον πλανήτη, που είναι η Αμερική, με το IRA, το πρόγραμμα για την πράσινη βιομηχανία. Επίσης, η συζήτηση που έχει ξεκινήσει στην Ευρώπη με το Made in Europe, η συζήτηση που γίνεται στην Κίνα και στην Ινδία.
Κανείς από αυτούς δεν συζητάει για πλατφόρμες εξόρυξης. Βγήκε η ανάλυση του τι τα έκαναν οι ίδιες οι εταιρείες εξόρυξης τα τρομακτικά, ιστορικά κέρδη που είχαν μέσα στην κρίση. Δεν τα πήγαν σε νέες επενδύσεις εξορύξεων. Τα πήγαν σε ανανεώσιμες γιατί είναι σίγουρες επενδύσεις, τα πήγαν σε υδρογόνο, τα πήγαν σε έρευνα και καινοτομία στην πράσινη βιομηχανία. Και βεβαίως, ένα μεγάλο κομμάτι -δυστυχώς- σε μπόνους και σε αύξηση αμοιβών σε στελέχη. Αυτό αν θέλετε δείχνει και την προσέγγιση που πρέπει να έχουν τα κράτη, αν θέλουν να πάνε μπροστά.